Tumgik
Photo
Tumblr media
2 notes · View notes
Text
Νοιάζομαι τόσο γαμημενα πολύ για τους ανθρώπους και δεν ξέρετε ποσο με έχει καταστρέψει.
2K notes · View notes
Photo
Βασικά αυτό
Tumblr media
Καπου στη Βαρη
1K notes · View notes
Text
Μετά
Το σώμα μου το βρίσκει ο αδερφός μου. Έρχεται να με ξυπνήσει και αντί να με βρει τυλιγμένη στα σεντόνια μου πάνω στο κρεβάτι μου, όπως πάντα, με βρίσκει ξαπλωμένη στο πάτωμα και το χαλί μου ποτισμένο στο αίμα. Δεν αντιδρά. Κάθεται για λίγα δευτερόλεπτα στη πόρτα και αναλογίζεται αν αυτό είναι ένα δικό μου κακόγουστο αστείο. Όταν καταλαβαίνει πως όχι, τρέχει και γονατίζει δίπλα μου. Με παίρνει στα χέρια του και με κόπο προσπαθεί να καταλάβει αν ακόμα αναπνέω. Τα χέρια του τρέμουν και πλέον είναι καλυμμένα στο αίμα αλλά παρ’ όλα αυτά προσπαθεί να βγάλει το κινητό του από την τσέπη του και να καλέσει ένα ασθενοφόρο αν και γνωρίζει ότι πλέον είναι μάταιο. Είμαι χλωμή και το σώμα μου είναι κρύο καθώς βρίσκομαι έτσι εδώ και μερικές ώρες. Τα μάτια μου είναι κλειστά και το αίμα στους καρπούς μου πλέον δεν είναι ρευστό ή ανοιχτό κόκκινο.
Η μαμά μου είναι στη δουλειά όταν ο αδερφός μου της τηλεφωνεί. Το κινητό πέφτει από τα χέρια της και τα γόνατά της λυγίζουν. Φωνάζει πριν αρχίσει να κλαίει με λυγμούς. Όταν πλέον μπορεί να πάρει ανάσα, τηλεφωνεί στο αφεντικό της για να του πει τι συμβαίνει και ότι θα πρέπει να φύγει από το μαγαζί για όλο το υπόλοιπο της μέρας. Καλεί ένα ταξί και τους ζητάει να την πάνε στο νοσοκομείο που με έχουν.
Ο πατέρας μου αργεί λίγες ώρες να το μάθει. Μόλις έχει φτάσει σπίτι από τη δουλειά όταν βλέπει τις εκατοντάδες αναπάντητες κλήσεις στο κινητό του από τη σύζυγο του. Ξέρει ότι δεν πρόκειται για καλό. Όταν το μαθαίνει, βρίσκεται ήδη μέσα στο αμάξι και γυρνάει πίσω στη πόλη που ζει η οικογένεια του. Ο δρόμος του φαίνεται ατελείωτος και ξαφνικά όλα τα οχήματα στο δρόμο πάνε τόσο γαμημένα αργά. Βρίζει και φωνάζει ώσπου σε κάποια στιγμή βάζει τα κλάματα και αναγκάζεται να σταματήσει το αμάξι για λίγο στην άκρη του δρόμου πριν συνεχίσει λίγο πιο ήρεμος.
Η παρέα μου το μαθαίνει αργά το απόγευμα. Δεν έχω επικοινωνήσει με κανέναν για παραπάνω από 20 ώρες οπότε στέλνουν μήνυμα στον αδερφό μου για το αν είμαι σπίτι. Ο καθένας τους αντιδρά τελείως διαφορετικά. Ο κολλητός μου κάθεται για λίγο μετά το μήνυμα και νιώθει κενός… Δεν κλαίει, δεν μπορεί. Μία από τις φίλες μου βάζει τα κλάματα κατευθείαν. Δεν το πιστεύει, όχι. Μα ήταν μια χαρά τις τελευταίες μέρες, γιατί να κάνει κάτι τέτοιο; Λέει και γρήγορα πληκτρολογεί τον αριθμό μου στο κινητό της. 5 κλήσεις δίχως απάντηση. 10 κλήσεις. Όχι αυτό είναι ένα κακόγουστο αστείο. 30 κλήσεις δίχως απάντηση πριν παρατήσει την προσπάθεια να επικοινωνήσει μαζί μου.
Οι ώρες περνάνε και τα νέα μαθαίνονται. Πολλοί με θεωρούν δειλή που αποφάσισα να αυτοκτονήσω. Πολλοί με θεωρούν ανόητη καθώς ήμουν μόλις 19 χρονών και δεν είχα λόγους να το κάνω. Είχα όλη τη ζωή μπροστά μου, ήμουν έξυπνη, είχα περάσει στο Πανεπιστήμιο, ήμουν πάντα ευγενική. “Πάντα μας χαιρετούσε όταν μας έβλεπε στην αυλή και μας έλεγε να έχουμε μια καλή μέρα.” λέει ένας γείτονας. “Περίεργη κοπέλα, κάπνιζε και καθόταν καμιά φορά στο μπαλκόνι μέχρι το ξημέρωμα.” λέει ένας άλλος. Έρχονται όλοι στην κηδεία μου παρ’ όλα αυτά για να εκφράσουν τα συλλυπητήρια τους στην οικογένεια μου.
Οι φίλοι μου στη κηδεία μου είναι ήσυχοι. Δεν λένε πολλά. Μόνο όταν βλέπουν στο φέρετρο, η κολλητή μου δεν αντέχει και φεύγει. “Δεν ήθελε να τη θάψουν! Ήταν από τους χειρότερους της φόβους! Δεν πίστευε καν στον Θεό - όλο αυτό το θέαμα είναι ειρωνικό!” Φωνάζει στην αδερφή της όταν την πλησιάζει στο παγκάκι που κάθεται έξω από την εκκλησία. Μετά βάζει τα κλάματα.
Οι μέρες περνάνε.
Η παιδική μου φίλη με διαγράφει από το Facebook. Της φαίνεται γελοίο αλλά δεν αντέχει να βλέπει τον αριθμό στο “Ενεργός πριν x μέρες” να μεγαλώνει και να μεγαλώνει και στα μηνύματα που μου στέλνει να μην γράφει ποτέ “Παραδόθηκε”.
Η γειτόνισσά μας φτιάχνει γλυκό και βάζει όπως πάντα τρία κομμάτια (ένα για τον καθένα) στο πιάτο. Μετά συνειδητοποιεί τι έχει κάνει και βάζει το ένα πάλι πίσω στο ταψί με δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια της. Θυμάται τις φορές που ερχόταν στο σπίτι μας το απόγευμα για καφέ και ήμουν και εγώ εκεί. “Ντίνα διάβασες και θα βγεις;” γκρίνιαζε η μαμά μου όταν με έβλεπε να ετοιμάζομαι. “Άσε την κοπέλα να βγει, Σάββατο βράδυ είναι, το δικαιούται.” έλεγε και με έκανε να χαμογελάω. Έπειτα μιλούσε στη μαμά μου και την έπειθε να με αφήσει να πάω για καφέ χωρίς πολλές γκρίνιες. Πριν κλείσω την πόρτα πίσω μου, πάντα μου έκλεινε το μάτι και εγώ γελούσα που είχαμε καταφέρει πάλι την μαμά μου.
Η παρέα μου συναντιέται μετά από λίγες μέρες και απλά κάθεται στο πάρκο και ακούει μουσική. Ωστόσο κάθε τόσο ένας τους αρπάζει το κινητό και πατάει το επόμενο τραγούδι γιατί ξαφνικά αυτό που άρχισε να παίζει ήταν ένα από τα αγαπημένα μου. Με κάνουν εικόνα να κάθομαι μαζί τους (όπως λίγες μέρες πιο πριν) και να τραγουδάω σε λάθος τόνο τους στίχους. Τελικά αποφασίζουν ότι δε θέλουν να ακούσουν καθόλου μουσική.
Οι βδομάδες περνάνε.
Η μαμά μου μπαίνει για πρώτη φορά στο δωμάτιό μου. Παρατηρεί όλες τις μικρές λεπτομέρειες που κρατούν ακόμα μέσα τους ζωή όπως τα φορεμένα ρούχα που είχα παρατήσει στην καρέκλα μου, τις σειρές από βιβλία που δεν πρόλαβα να τελειώσω, τα κεράκια στα ράφια μου που δεν έχουν καεί μέχρι το τέλος. Όλα έχουν μείνει στη μέση, όπως και η ζωή μου άλλωστε.
Πλησιάζει τη βιβλιοθήκη μου και διαβάζει τους τίτλους των βιβλίων και ψάχνει να βρει το αγαπημένο μου. Μετά θυμάται ότι δεν ξέρει ποιο είναι. Κάθε φορά που την πλησίαζα και τις έλεγα για βιβλία και τους αγαπημένους μου μουσικούς πάντα είχε κάποια δουλειά και μου έλεγε “αργότερα”. Όμως δεν θα υπάρξει ποτέ το αργότερα. Τώρα σκέφτεται ότι ίσως θα έπρεπε μια φορά να μη μου πει ότι είναι πολύ κουρασμένη πριν πάει να κοιμηθεί για το υπόλοιπο της μέρας και με αφήσει μόνη στο σαλόνι.
Η κολλητή μου βλέπει τις φωτογραφίες στο κινητό της και συνειδητοποιεί ότι δεν έχει καμία μαζί μου. Μετά θυμάται ότι κάθε φορά που την παρακαλούσα να βγούμε, πάντα έλεγε “όχι σήμερα, δεν είμαι καλά βαμμένη” ή “όχι σήμερα, δεν πέτυχα τα μαλλιά μου”. Τώρα σκέφτεται ότι δεν έπρεπε να τη νοιάζει τόσο πολύ η εμφάνισή της.
Όλοι νιώθουν ενοχές σε κάποιο βαθμό και πιστεύουν ότι αν έκαναν κάτι ή ότι αν δεν είχαν κάνει κάτι, θα ήμουν ακόμα μαζί τους και ίσως έχουν δίκιο.
Τα χρόνια περνάνε.
Η εικόνα που αντίκρισε ο αδερφός μου εκείνο το πρωί στοιχειώνει ακόμα τα όνειρά του. Ακόμα και όταν έχει κάνει δική του οικογένεια, καμιά φορά ξυπνάει μέσα στη νύχτα τρέμοντας και φωνάζοντας το όνομά μου. Η σύζυγος του του φέρνει ένα ποτήρι νερό, τον ηρεμεί και έπειτα ξαναπέφτουν για ύπνο. Μόνο που αυτός δεν μπορεί να κλείσει μάτι γιατί φοβάται.
Οι φωτογραφίες μου στο σαλόνι των γονιών μου δεν αλλάζουν ποτέ ξανά. Δεν υπάρχουν καινούργιες να βάλουν. Κορνίζες με φωτογραφίες από το γάμο τού αδερφού μου προστίθενται όπως και μερικές των παιδιών του. Αλλά οι δικές μου μένουν εκεί, παγωμένες στις ηλικίες από 15 μέχρι 19.
Η παιδική μου φίλη με την οποία είχαμε υποσχεθεί ότι όταν τελειώσουμε τις σχολές μας θα μείνουμε μαζί σε ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, μετακομίζει εκεί μόνη της. Παρ’ όλα αυτά βάζει μια φωτογραφία μου στο σαλόνι και άλλα μικρά διακοσμητικά που της είχα κάνει δώρο καθ’ όλη τη διάρκεια της φιλίας μας.
Συνεχίζουν όλοι τις ζωές τους και εγώ δεν είμαι εκεί. Συνεχίζουν τις ζωές τους και ενώ μερικοί καλύπτουν το κενό άλλοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να φύγει. Που και που με θυμούνται και δακρύζουν. Έχουν ξεχάσει τη φωνή μου ή το ακριβώς χρώμα των ματιών μου αλλά πάλι κάπως τους λείπω.
Και αυτό το γαμημένο μετά, αυτές ακριβώς οι σκέψεις με έχουν σταματήσει πολλές φορές από το να θέλω να βάλω τέλος στη ζωή μου. Αν ποτέ το σκεφτείτε και εσείς να κάνετε κάτι τέτοιο, φανταστείτε λίγο και το δικό σας “μετά”. Ελπίζω να σας αλλάξει γνώμη.
3K notes · View notes
Text
Την μερα εκείνη. Εκείνη την μέρα που ποτέ δεν πρόκειται να βγάλω από το μυαλό μου, που πάντα θα την θυμάμαι από τις πιο ευχάριστες αλλα παράλληλα και απο τις πιο γαμημένες μέρες στην ζωη μου. Η μέρα που σε είδα πρώτη φορά και ηταν η στιγμή που σε αντίκρισα και είδα τα μάτια σου να κοιτάνε ήδη τα δικά μου. Ναι λοιπόν, εκείνη η μέρα θα μ μείνει αξέχαστη. Ηρθες. Μου συστήθηκες. Γνωριστήκαμε. Και από εκει ξεκίνησαν ολα. Δυστυχώς ή ευτυχώς, αλλά ξεκίνησαν...Θυμάμαι ήμασταν αχώριστοι,κάθε φορά που ειχες ενα θέμα μ έστελνες κατευθείαν μήνυμα, γιατί ηξερες οτι θα ειμαι εκει να σε βοηθήσω, πάντα θα ήμουν εκει να σε βοηθήσω. Σε συμβούλευα και μετά πετούσες και κανένα τυπικό τι κάνεις, εαν εισαι καλα. Συζητούσαμε, ο καθένας για την ζωή του, έλεγε ο καθένας τα προβλήματά του με τον σκοπό οτι θα άκουγε ο ενας τον αλλον, μονο που..τότε υπήρχε μια διαφορά, τα προβλήματα τα καταλάβαινε μονο ο ενας, τα ένοιωθε μόνο ο ενας, προσπαθούσε να καταλάβει πως ειναι ο αλλος, να μπει στην θέση του, να προσπαθήσει να τον βοηθήσει οσο πιο πολυ μπορεί για να σταματήσει να έχει πλέον προβλήματα γιατί ήξερε ποσο άσχημο είναι..μόνο ο ένας. Ναι λοιπόν, ξέραμε καλα και οι δυο οτι αυτό δεν ειναι δίκαιο, ξέραμε ότι μονο ο ενας θα έβγαινε κερδισμένος. Εσύ. Ναι,εσύ θα έβγαινες οπως πάντα γιατί δεν ειχες μάθει ποτέ να δίνεις στην ζωη σου. Ηθελες μόνο να παίρνεις τους αλλους με το μερος σου για το συμφέρον σου, δεν σε ένοιαζε πραγματικά, ουσιαστικά τι μπορεί να κουβαλάει ο άλλος μεσα του απλά ήθελες να βγεις κερδισμένος, όπως πάντοτε βέβαια. Αλλα ναι, εμένα δεν με ένοιαζε, ηξερα, ειχα καταλάβει δεν ήμουν δα και τοσο χαζη. Απλα..δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, γιατί ξες, εγω σε αγάπησα. Σε αγάπησα οχι ερωτικά. Οχι. Σε αγάπησα σαν άνθρωπο, σε αγάπησα σαν μέρος της καρδιάς μου πλέον. Μια αγάπη που εσυ πλέον δεν ξες καν τι σημαίνει γιατί αμφιβάλλω εαν την έχεις δώσει ποτέ για να καταλάβεις. Απορώ. Πραγματικά απορω με τον εαυτό μου γιατί.. Γιατί ήμουν τόσο αφελής. Γιατί δεν έκανα κατι πιο άμεσα. Γιατί δεν ξεκοψα μαζι σου απο την αρχή. Γιατί άφησα τον εαυτό μου να μείνω μαζι σου.. Γιατί έπρεπε να κανω κατι το οποίο ήξερα οτι οι συνέπειες θα είναι τέτοιες. Γιατί. Τέλος έφτασε η μέρα..η μέρα που κατάλαβα ότι ολα για εσενα, για εμας, οτι ολα ηταν λαθος. Και ξες γιατί; Γιατί ήρθε κάποιος αλλος στην θεση μου, γιατι βρήκες άλλον να ακούει τα προβλήματά σου, γιατι βρήκες αλλον να ταλαιπωρείς, γιατι βρήκες αλλον να κοροϊδεύεις άδικα. Βρήκες αλλον. Λοιπόν δεν άντεξα άλλο παράτησα οτι έκανα ήρθα και σου μιλησα. Σου μιλησα για οτι ένοιωθα, σου μίλησα για το άδικο που ένοιωθα, σου μιλησα για το τι ήμασταν, σου μιλησα για τι ήσουν εισαι και θα είσαι. Και εσύ..εσύ ήσουν.. ήσουν αλλιώς, ήσουν διαφορετικός από τις άλλες φορές. Ησουν ήσυχος όση ωρα μιλούσα, φαινόταν οτι ηταν από τις λίγες φορές που άκουγες, άκουγες τι πραγματικά ελεγα και το μυαλό σου σκεφτόταν, σκεφτόταν τι έπρεπε να απαντήσεις και στο τέλος, αφού τελείωσα, τελείωσα αυτα που ελεγα έβγαλα ολα αυτα π ένοιωθα μεσα μου μίλησες.Μίλησες και είπες πολλα,ίσως είπες παρα πανω απ'όσα περίμενα να πεις,παραπάνω απ'όσα επρεπε να πεις αλλα... Ηταν πλέον αργά, ηταν αργα και ξες γιατί; Γιατι έπρεπε να σου μιλήσω εγω για να κουνηθείς, έπρεπε να σου μιλήσω εγω για να πάρεις μπρος, έπρεπε να σου μιλήσω εγώ για να καταλάβεις το λάθος, το λάθος ΣΟΥ. Ναι. Επιτέλους κατάλαβες, κατάλαβες οτι για μια φορά έκανες λάθος και εσύ. Και ναι, ηταν λάθος, ηταν λάθος γιατί έχασες εναν φίλο σου, έχασες εναν ανθρωπο, έχασες ενα μέρος στην καρδιά μου μονο και μόνο απο τον εγωισμό σου. Για τον εγωισμό που ποτέ δεν μπόρεσες να βάλεις κατω τοσο καιρό και τον έβαλες τωρα, αλλα τώρα άργησες, τώρα έχεις αλλη που έχει παρει την θέση μου, αν ποτέ ηταν θέση μου... Λοιπόν τώρα μείνε, μείνε με αυτήν, μείνε με φίλους σου ή ακομα καλύτερα μείνε μονος σου, μείνε για να καταλάβεις τι πραγματικά έγινε εκείνους τους μήνες,εκείνους τους μήνες που ήμασταν μαζί και ξάφνου τελείωσαν ολα σε μια μερα. Σε μια μερα. Εκείνη την γαμημένη ημέρα Blepwtoapeiro12
1 note · View note