Μου ελειπες μεχρι που σταματησες να μου λειπεις και ξεκινησε να μου λειπει το πως ενιωθα οσο ημουν μαζι σου...και στις 2 περιπτωσεις τα "λειπει" μεταφραζονταν σε λυπη...
Έτσι θα αποκαλούμε τους εαυτούς μας όταν μεγαλώσουμε και θα είμαστε μόνοι μας. Και θα μας αποκαλούμε έτσι με καμάρι. Με περηφάνεια. Εμείς δεν ήμασταν σαν τους γονείς μας. Εμείς δεν μείναμε με έναν άνθρωπο που δε θέλαμε τόσο, όπως έκαναν οι γονείς μας. Εμείς δεν συνηθίσαμε. Εμείς δε ρουτινιασαμε. Εμείς δε συμβιβαστήκαμε. Ήμασταν ασυμβίβαστοι, ήμασταν τολμηροί. Δε θα σκεφτούμε ποτέ άραγε αν απλώς φοβόμασταν την δέσμευση; Αν τελικά ήμασταν τόσο δειλοί, τόσο μικροί, τόσο χαζοί, τόσο ανίκανοι να κρατήσουμε έναν άνθρωπο. Αν τελικά ψάχναμε πάντα το πταίσμα, το πιο μικρό πράγμα που θα μας χαλούσε στον άλλον άνθρωπο, έτσι, απλά γιατί δε θέλαμε να παραδεχτούμε ότι μας αρέσει. Μας αρέσει για να είναι δικός μας και να είμαστε δικοί του. Χα χα τι λέω μωρέ; Εμείς είμαστε η γενιά των ασυμβίβαστων και των εφήμερων παθών και ηδονών, σωστά;-
Σήμερα πέρασα τυχαία από το μέρος που συναντηθήκαμε για πρώτη φορά και ήταν σαν να σε είδα. Ήσουν εκεί· με περίμενες. Κι ας μην μπορούσα να σε δω. Κι ας σε γύρευα πάντα σε όλους τους άλλους. Εσύ δεν βιάστηκες στιγμή· εσύ με περίμενες κι ας ήταν η ανυπομονησία σ(μ)ου μεγάλη. Και μόλις γύρισα κοντά σου, άνοιξες την πόρτα και μου παρουσιάστηκες· έφερες μια δόση φθινόπωρου στο πέρασμα σου κι ας μύριζες ολόκληρη την Άνοιξη. Εσύ εμφανίστηκες· η καρδιά μου από παγωμένη, σκίρτησε. Εσύ με πλησίασες· η ζεστή σου ανάσα με αγκάλιασε σφιχτά και από τότε δεν με αφήνει να φύγω.
«Σ' αγαπώ», θα μου πουν οι πράξεις σου και εγώ θα σε κοιτάξω στα μάτια, κι ας «Φοβάμαι όλα όσα με κάνεις να νιώθω». Και πίστεψέ με, στους εννιά μήνες δεν μετάνιωσα τίποτα παρά μόνο που δεν σου ψιθυρίζω καθημερινά, «Και εγώ σε αγαπάω», με όλη μου την καρδιά και την ψυχή. Μου λείπεις ολοένα και περισσότερο όταν είσαι μακριά και αυτό είναι το πρόβλημα· δεν μπορώ να στο ψιθυρίσω σαν είσαι μακριά, ούτε να γείρω το κεφάλι μου στην καρδιά σου για να την ακούσω να χτυπάει δυνατά για εμάς.
Ό,τι θα μπορούσε να λεχθεί πως γεννά και τροφοδοτεί την φλόγα της πάλης και της επαναστατικής διαμαρτυρίας, έχει από καιρό θεμελιωθεί σε μία άδοξη προκατάληψη μεσσιανιστικών διαστάσεων: την δουλική αναμονή πραγμάτωσης και κορύφωσης των ιστορικών συνθηκών, στο σημείο που να συνιστούν και να αναγνωριστούν από ελιτιστικούς κύκλους ως κοινωνικές αστικές αναγκαιότητες και να εκχωρούν στους εξεγερμένους και τις πλατιές μάζες, την νόμιμη δυνατότητα αντίδρασης και εναντίωσης στο υλικοκοινωνικό γίγνεσθαι. Αυτή η διαπίστωση που συνήθως ανακηρύσσεται ως το εναρκτήριο λάκτισμα πυροδότησης της επαναστατικής δράσης, με άλλα λόγια η εκλογικευμένη προσμονή υλοποίησης δυναστικών συμβάντων, που να δικαιολογεί την δρομολόγηση του δυϊσμού δράση-αντίδραση και εν τέλει να εγείρει ένα κύμα αστικής αναταραχής, ερείδεται σε μία συμπλεγματική και εξουσιαστική αξίωση που έχει διαμορφώσει το καπιταλιστικό οικοδόμημα, αυτή της καταστολής και της υποτακτικής εξάρτησης από τα δικαιικά στεγανά ενός αμιγώς κυριαρχικού κανονιστικού κώδικα ετερονομίας και μικροαστικής ηθικής. Είναι ολοφάνερο ότι τα σύγχρονα επαναστατικά κοινωνικά κινήματα έχουν λησμονήσει τον αυτο-υπονομευτικό χαρακτήρα και το καίριο βήμα του Κοινωνικού Συμβολαίου και έχουν αναπαραγάγει μία νέα εμφώλευση της πετυχημένα κεκαλυμένης ηθικής του σκλάβου, που εκπορεύεται από το (κε)φα(λ)λ(αι)οκεντρικό δίκαιο της πυγμής. Μέσω αυτού, η άγραφη αστική σύμβαση κατασκευής των σχέσεων εξουσίας και συμπεριφοράς, που επιτελείται και επινοείται από την ολιγάριθμη αρχηγεσία, η οποία έχει παγιωθεί σε πόστα ελέγχου και πειθαρχικης συγκρότησης των πολιτών, σφυρηλατεί τις απαρχές μιας ενοχικής συνείδησης,η οποία διαχέεται μέσω των συντονιστικών δικτύων επιβολής στις ανήσυχες και ανευχάριστες συνειδήσεις των ανθρώπων και των λαϊκών στρωμάτων. Η ανεμπόδιστη κατανάλωση αυτού του ηθικού προπλάσματος και η αναγωγή του σε κατευθυντήρια δύναμη κοινωνικοπολιτικής δράσης, επιβεβαιώνει την ταξικά καθορισμένη- απο την πλευρά των καταπιεστών- προέλευση της ιστορικής εξέλιξης και ωθεί στην εξασθένηση μίας ιστορικης διαλεκτικής που αναλαμβάνει την συλλογική και επαναστατική αυτοδιεύθυνση της ιστορίας. Η κυοφορία μιας τέτοιας παθητικής συστολής, εγκυμονεί τον αόρατο κίνδυνο της πολιτικής έκπτωσης σε έναν μηχανοποιημένο εξορθολογισμό του σύγχρονου αστικού κράτους και της συνακόλουθης ιεραρχικής ανισότητας και καταπίεσης που παράγεται και ισοδυναμεί με τη διαιώνιση της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων που συμπορεύεται με την εγκαθίδρυση της πλάνης του καπιταλιστικού ρεαλισμού. Χρειάζεται να επισημανθεί ότι αυτή η δυσδιάκριτη απόκριση ανοχής και σιωπηλής συναίνεσης εκ μέρους των επαναστατικών κινημάτων και συνειδήσεων, στρατεύεται στην υπηρεσία του ισχύοντος αφηγήματος και ισχυροποιεί την κεφαλαιοκρατική κανονικοποίηση, διότι προσμένουν την κλιμάκωση των μεθόδων ενίσχυσης της πειθήνιας συμμόρφωσης ως κινητήρια δύναμη αντίστασης, χωρίς να εκριζώνουν τον κεντρικό διαχωριστικό πυρήνα της ιστορίας που κατευθύνεται από τους ισχυρούς ολιγάρχες. Όλη αυτή η στρατηγική αναδεικνύει περίτρανα,λοιπόν, την θέση κάποιων αριστεριστών ως μεσσιανιστών και ως εκτελεστικών οργάνων της μικροαστικής ηθικής που έχει εργαλειοποιηθεί από τους
ελιτιστές για να στερεώσουν την κυριαρχία τους. Το να προσμένεις την ωρίμανση των κατάλληλων συνθηκών ή να επιτρέπεις μία ακόμη περιστολή των ελευθεριών για να εξεγερθείς, σε έχει καταστήσει ήδη συνένοχο και πειθήνιο αποδέκτη μίας ακίνδυνης και ανεπιθύμητης παραλλαγής, αυτή της σεμνότυφης ικεσίας για νέες παραχωρήσεις απ' τους αφέντες.
Βρισκόμασταν συχνά σε μια γωνιά δίπλα αυτήν είσοδο μιας πολυκατοικίας..χαμένες σε ένα στενό του κέντρου.Ο τοίχος έγραφε "Κι ας μην είμαι κοντά σου έδω ειμαι-Α.Χ".Όταν μαλώναμε πήγαινα και καθόμουν εκεί και σκεφτόμουν ότι αυτό το γκραφίτι το χες κάνει εσύ για μένα και ότι κάπως είσαι εδώ μαζί μου και ας ήξερα ότι δεν ισχυει.Ετσι από τότε που έφυγες κάθομαι σε κείνη την γωνιά και σε φαντάζομαι εδω μαζί μου να μαλώνουμε και να καπνίζουμε μετά να τα βρίσκουμε και να αγκαλιαζομαστε να ακούμε μουσική και να μας κάνουν παρατήρηση οι γείτονες.Οπως και να χει αυτή η γωνιά μας ανήκει.Το γκραφίτι το σβήσανε εγώ όμως και ας μην είμαι κοντά σου εδω είμαι..